Ελαιόλαδο για πρόληψη των καρδιαγγειακών και στεφανιαίας νόσου

Στα πλαίσια του 7oυ Προγράμματος Προώθησης για την Κατανάλωση του Ελαιολάδου, πρόγραμμα το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ενωση, η εταιρία Eurosciences Communication σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ερευνών για την Αρτηριοσκλήρωση στο Πανεπιστήμιο Munster της Γερμανίας, παρουσίασε επιστημονική Τεκμηρίωση για το ελαιόλαδο στην πρόληψη των καρδιαγγειακών κινδύνων και της στεφανιαίας νόσου.

Η αθηροσκλήρωση και η στεφανιαία νόσος (ΣΝ) προκαλούνται από ένα συνδυασμό διαφόρων παραγόντων, πολλοί από τους οποίους είναι μεταβλητοί. Οι διατροφικοί παράγοντες, και ιδιαίτερα η πρόσληψη διαιτητικών λιπαρών, είναι άμεσα συνδεδεμένοι με την εμφάνιση ΣΝ.

Οι περισσότερες δυτικές και βορειοευρωπαϊκές δίαιτες είναι υψηλής περιεκτικότητας σε κορεσμένα λιπαρά οξέα (ΚΛΟ), και αυτό έχει ισχυρή σχέση με τα υψηλά επίπεδα νοσηρότητας και θνησιμότητας από ΣΝ που παρατηρούνται σε αυτές τις περιοχές. Σε αντίθεση, στις μεσογειακές χώρες, όπου οι άνθρωποι καταναλώνουν την παραδοσιακή Μεσογειακή Διατροφή και οι περισσότερες λιπαρές θερμίδες προέρχονται από το ελαιόλαδο, υπάρχει χαμηλή συχνότητα εμφάνισης ΣΝ.

Υπάρχουν ολοένα και περισσότερα στοιχεία ότι το ελαιόλαδο, με την ευνοϊκή του επίδραση στο μεταβολισμό των λιπιδίων (περισσότερες λεπτομέρειες στο φυλλάδιο “Το ελαιόλαδο και οι επιδράσεις του στο μεταβολισμό των λιπιδίων”), στην πίεση, το διαβήτη και τους μηχανισμούς πήξης του αίματος, παίζει σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της ΣΝ.

Το ελαιόλαδο και η υπέρταση

Από επιστημονικές μελέτες έχει βρεθεί ότι υπάρχει ισχυρή σχέση μεταξύ της διατροφής και της πίεσης. Οι χορτοφάγοι και όσοι ακολουθούν Μεσογειακή Διατροφή τείνουν να καταναλώνουν περισσότερο ελαιόλαδο, δημητριακά, λαχανικά και φρούτα, και λιγότερες τροφές που περιέχουν κορεσμένα λιπαρά οξέα, όπως το βούτυρο, τα γαλακτοκομικά, το τυρί και το κρέας. Η πίεση είναι γενικώς χαμηλότερη σε αυτές τις ομάδες ανθρώπων συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό.

Ευνοϊκοί παράγοντες της Μεσογειακής Διατροφής
– Χαμηλά κορεσμένα λιπαρά οξέα (ΚΛΟ)
– Υψηλά μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (ΜΑΛΟ) από το ελαιόλαδο
– Υψηλοί σύνθετοι υδατάνθρακες και ίνες
– Υψηλά ιχνοστοιχεία (π.χ. κάλιο, ασβέστιο, μαγνήσιο και βιταμίνες)
– Χαμηλό αλάτι

Παρά το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη διαπιστωθεί ποιά ακριβώς στοιχεία ευθύνονται για τις αντιυπερτασικές επιδράσεις της διατροφής μεσογειακού τύπου, διάφορες μελέτες υποδεικνύουν ότι είναι ένας συνδυασμός ευνοϊκών παραγόντων που οδηγεί στη χαμηλότερη πίεση.

Μια πρόσφατη μελέτη υποδεικνύει ότι η προσθήκη του ελαιόλαδου σε μια κατά τα άλλα αμετάβλητη διατροφή μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στη μείωση της πίεσης – επίδραση η οποία δείχνει να είναι μοναδικό στοιχείο του ελαιόλαδου, και δε σχετίζεται απλώς με την περιεκτικότητά του σε ΜΑΛΟ.

Το ελαιόλαδο και ο διαβήτης

Ο διατροφικός χειρισμός και η μείωση του βάρους είναι ζωτικής σημασίας για την πρόληψη και τη θεραπεία του μη εξαρτώμενου από την ινσουλίνη σακχαρώδους διαβήτη (non-insulin-dependent diabetes mellitus – NIDDM). Αυστηρές συμβουλές έχουν δοθεί στο παρελθόν σε ασθενείς που είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο και σε εκείνους που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη NIDDM να περιορίσουν την πρόσληψη ολικών λιπαρών μειώνοντας την πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών οξέων και να αυξήσουν την πρόσληψη σύνθετων υδατανθράκων.

Ορισμένοι ερευνητές, ωστόσο, έχουν διαπιστώσει ότι μια διατροφή υψηλή σε υδατάνθρακες και χαμηλή σε λιπαρά ενδέχεται να επιτείνει την τριγλυκεριδαιμία, και έτσι για ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη NIDDM συνίσταται η χρήση διατροφής εμπλουτισμένης με ΜΑΛΟ και με χαμηλότερη περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες.

Η διατροφή που είναι πλούσια σε ΜΑΛΟ και χαμηλή σε ΚΛΟ δείχνει να βελτιώνει το λιπιδικό προφίλ και σχετίζεται με καλύτερο έλεγχο της γλυκαιμίας σε σχέση με μια διατροφή υψηλή σε υδατάνθρακες.

Συνεπώς, η χαρακτηριστική Μεσογειακή Διατροφή, που είναι πλούσια σε σύνθετους υδατάνθρακες και ΜΑΛΟ με πλούσιο περιεχόμενο σε ίνες, ενώ περιέχει λίγα ΚΛΟ, είναι ιδανική για τους διαβητικούς. Η συνολική περιεκτικότητα της διατροφής σε λιπαρά μπορεί να τροποποιείται σε καθημερινή βάση ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε οργανισμού, αυξομειώνοντας απλώς την ποσότητα ελαιόλαδου που χρησιμοποιείται.

Το ελαιόλαδο και η παχυσαρκία

Η παχυσαρκία αναμφισβήτητα αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων λόγω των επιζήμιων επιδράσεων που έχει στο λιπιδικό προφίλ και την πίεση, καθώς και της σχέσης της με το σακχαρώδη διαβήτη NIDDM.

Οι πυκνές σε θερμίδες τροφές, δηλαδή οι τροφές με μεγάλη περιεκτικότητα σε λιπαρά, πιστεύεται ότι αποτελούν μια σημαντική αιτία της παχυσαρκίας. Για το λόγο αυτό, η παραδοσιακή Μεσογειακή Διατροφή που βασίζεται στα δημητριακά, τα λαχανικά και τα όσπρια -τα οποία χαρακτηρίζονται από χαμηλή πυκνότητα ενέργειας- δείχνει να είναι η κατάλληλη για την πρόληψη της παχυσαρκίας, παρά το γεγονός ότι περιέχει σχετικά υψηλή ποσότητα ελαιόλαδου. Σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες, στις μεσογειακές χώρες φαίνεται να υπάρχει μικρότερη συχνότητα εμφάνισης παχυσαρκίας.

Το ελαιόλαδο και οι παράγοντες θρομβογενούς κινδύνου

Υπάρχουν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία αρκετοί παράγοντες πήξης του αίματος επηρεάζονται από διατροφικούς παράγοντες. Έχει αποδειχθεί ότι τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (ΠΑΛΟ) n-3 (omega-3) επιδρούν ευνοϊκά στη λειτουργία των αιμοπεταλίων, ενώ οι επιδράσεις των ΠΑΛΟ n-6 (omega-6) στη θρόμβωση είναι ακόμη αντιφατικές. Παρόλο που δεν υπάρχουν ακόμη πλήρη στοιχεία για την ευνοϊκή επίδραση των ΜΑΛΟ στο σύστημα πήξης του αίματος, οι μελέτες για τη θρόμβωση υποδεικνύουν στην πλειοψηφία τους ότι η Μεσογειακή Διατροφή με τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για την πρόληψη της θρόμβωσης.

Το ελαιόλαδο και η Στεφανιαία Νόσος

Επιδημιολογικές μελέτες

Η Μελέτη των Επτά Χωρών, η οποία αποτέλεσε μια σημαντική έρευνα για τη σχέση μεταξύ της Μεσογειακής Διατροφής και της στεφανιαίας νόσου, διαπίστωσε μια σαφή σχέση μεταξύ της κατανάλωσης μονοακόρεστων λιπαρών οξέων (ΜΑΛΟ) και της επιβίωσης σε 15 χρόνια. Περίπου 13.000 άνδρες (ηλικίας 40-59 ετών) έλαβαν μέρος στη μελέτη, και τα ποσοστά θανάτων από ΣΝ στη διάρκεια των 15 ετών της παρακολούθησης της μελέτης διαπιστώθηκε ότι ήταν χαμηλότερα σε χώρες στις οποίες η πρόσληψη ΜΑΛΟ ήταν υψηλή και η πρόσληψη ΚΛΟ χαμηλή.

Οι χώρες που συμμετείχαν στη Μελέτη των Επτά Χωρών (Ιταλία, Ελλάδα, Γιουγκοσλαβια (πρώην)Ολλανδία, Φιλανδία, ΗΠΑ, Ιαπωνία)

Στοιχεία από την Κρήτη, που είχε το χαμηλότερο ποσοστό θανάτων από ΣΝ στη διάρκεια της μελέτης, έδειξαν σαφέστατα ότι οι ιδιότητες μείωσης της χοληστερόλης που διαθέτει το ολεϊκό οξύ (κυρίως από το ελαιόλαδο), συνδυάζονται με άλλες ευεργετικές ιδιότητες της Μεσογειακής Διατροφής, προσφέροντας ουσιώδη προστασία από καρδιακά προβλήματα.

Δυστυχώς, από την έναρξη της Μελέτης των Επτά Χωρών στις αρχές της δεκαετίας του 1960, οι συνεχείς αλλαγές στις μεσογειακές διατροφικές συνήθειες δείχνουν να έχουν μειώσει την καρδιαγγειακή υγεία σε όλη την περιοχή.

Στοιχεία από μελέτες σχετικά με τη διατροφή παρέχουν ενδείξεις για μια σαφή αύξηση της κατανάλωσης ζωικών τροφών (κρέας, γάλα, και γαλακτοκομικά προϊόντα) και βρώσιμων λιπαρών εκτός του ελαιόλαδου. Οι αλλαγές αυτές συνοδεύθηκαν από αύξηση των
καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων επίπεδων χοληστερόλης, περισσότερη παχυσαρκία και υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης υπέρτασης. Οι τάσεις αυτές θα πρέπει να αντιστραφούν με τη διατήρηση και προαγωγή των μορφών παραδοσιακής διατροφής εντός της περιοχής της Μεσογείου.

Πάντως, παρά την αυξημένη κατανάλωση ζωικών προϊόντων, υπάρχουν στοιχεία από επιδημιολογικές μελέτες του 1992-1994 τα οποία δείχνουν ότι η Μεσογειακή Διατροφή είναι ακόμη ευεργετική και τα ποσοστά θνησιμότητας από ΣΝ είναι πολύ χαμηλότερα στις μεσογειακές περιοχές συγκριτικά με τη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ.

Παρεμβατικές μελέτες

Οι περισσότερες μελέτες διατροφικής παρέμβασης που έχουν διεξαχθεί έως τώρα προσανατολίζονταν προς τη μείωση των κορεσμένων λιπαρών και την αύξηση των υδατανθράκων ή/και των πολυακόρεστων λιπαρών (ΠΑΛΟ). Τα θετικά πορίσματα αυτών των μελετών έχουν ασφαλώς επιβεβαιώσει την ανάγκη μείωσης της ποσότητας κορεσμένων λιπαρών στη διατροφή.

Μέχρι σήμερα, δεν έχει διεξαχθεί καμία επιδημιολογική παρεμβατική μελέτη η οποία να έχει ερευνήσει ιδιαίτερα την επίδραση των ΜΑΛΟ στην πρωτογενή πρόληψη της ΣΝ. Ωστόσο, πολλές μελέτες διατροφικού ελέγχου έχουν δείξει ότι η πλούσια σε ΜΑΛΟ διατροφή μειώνει δραστικά την οροχοληστερόλη και την χοληστερόλη LDL, και περιορίζει κατά συνέπεια την πιθανότητα εμφάνισης ισχαιμικών καρδιακών επεισοδίων και θνησιμότητας από καρδιαγγειακές παθήσεις.

Διατροφικές συστάσεις

Πολλές εθνικές και διεθνείς οργανώσεις υγείας παρέχουν τώρα συστάσεις για τη διατροφική πρόληψη της Στεφανιαίας Νόσου. Οι συμβουλές αυτές συνοψίζονται παρακάτω:

– Η συνολική ποσότητα λιπαρών θα πρέπει να περιοριστεί στο 30% της ενέργειας.
– Η πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών οξέων (ΚΛΟ) θα πρέπει να μειωθεί σε επίπεδο χαμηλότερο του 10%.
– Η πρόσληψη πολυακόρεστων λιπαρών οξέων (ΠΑΛΟ) δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 7-8% της ενέργειας.
– Η πρόσληψη μονοακόρεστων λιπαρών οξέων (ΜΑΛΟ) θα πρέπει να παρέχει έως 15% της ενέργειας.
– Η διαιτητική χοληστερόλη θα πρέπει να είναι χαμηλότερη από 300 mg ημερησίως.
– Η πρόσληψη σύνθετων υδατανθράκων και διατροφικών ινών θα πρέπει να αυξηθεί.

Η παραδοσιακή Μεσογειακή Διατροφή αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα σχετικά με το πώς μπορούν να μετατραπούν αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές σε καθημερινή πρακτική. Η Μεσογειακή Διατροφή περιέχει πληθώρα προϊόντων που προέρχονται από τα λαχανικά (συμπεριλαμβανομένου του ψωμιού, των δημητριακών, φρούτων και λαχανικών), και χαμηλή έως μέτρια ποσότητα ζωικών προϊόντων. Ένα σημαντικό στοιχείο στη διατροφή αυτή είναι ότι το ελαιόλαδο είναι η βασική πηγή λιπαρών και προσφέρει υψηλά ΜΑΛΟ.

Διαβάστε επίσης

MediSign - Πρόγραμμα Ιατρείου - myDATA ready!

Πρόγραμμα Ιατρείου, ραντεβού, ηλεκτρονική τιμολόγηση, αποστολή στο myDATA με ένα click!

Αφήστε μια απάντηση