Τι είναι ο σακχαρώδης διαβήτης;

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια πάθηση που μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά.

Γράφει ο Κουτρουμπή Σταυρούλα – Λίνα, Ενδοκρινολόγος συνεργάτης του doctoranytime.gr 

Ο όρος «σακχαρώδης διαβήτης» αναφέρεται σε μια διαταραχή του μεταβολισμού που χαρακτηρίζεται από αύξηση του σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα, δηλαδή υπεργλυκαιμία, και οφείλεται σε απόλυτη ή σχετική έλλειψη ινσουλίνης ή/και μειονεκτική δράση της.

Για να καταλάβουμε καλύτερα πώς εμφανίζεται ο σακχαρώδης διαβήτης πρέπει να δούμε τι συμβαίνει στον οργανισμό μας κάθε φορά που τρώμε. Μεγάλο μέρος από το φαγητό που τρώμε, διασπάται στο στομάχι και στο έντερο σε σάκχαρο το οποίο στη συνέχεια απορροφάται και κυκλοφορεί στο αίμα. Όταν αυξάνεται το σάκχαρο στο αίμα, το πάγκρεας που βρίσκεται πίσω από το στομάχι, απελευθερώνει μια ουσία που ονομάζεται ινσουλίνη. Η ινσουλίνη είναι άκρως απαραίτητη προκειμένου να μπορέσει το σάκχαρο που είναι η βασικότερη τροφή των κυττάρων μας να μπει μέσα σε αυτά. Αν ο οργανισμός μας δεν μπορεί να απελευθερώσει την απαραίτητη ποσότητα ινσουλίνης ή αν η ινσουλίνη που παράγουμε δεν μπορεί να συνεργαστεί σωστά με τα κύτταρά μας, τότε το σάκχαρο δεν μπορεί να περάσει όλο μέσα σε αυτά και συσσωρεύεται στο αίμα. Αυτή η κατάσταση ονομάζεται σακχαρώδης διαβήτης. Εκτός όμως από το σάκχαρο που προέρχεται απευθείας από την απορρόφηση της τροφής, σάκχαρο παράγει και το ήπαρ (συκώτι) με μια διαδικασία που ρυθμίζεται από την ινσουλίνη. Όταν λοιπόν δεν υπάρχει αρκετή ινσουλίνη τότε δεν ελέγχεται σωστά η παραγωγή σακχάρου από το ήπαρ με αποτέλεσμα την επιδείνωση της υπεργλυκαιμίας (ιδίως της πρωινής).

Ταξινόμηση του σακχαρώδη διαβήτη

Οι κυριότεροι τύποι σακχαρώδη διαβήτη είναι οι εξής δύο:

  • Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1: Οφείλεται σε πλήρη αδυναμία του παγκρέατος να παραγάγει ινσουλίνη εξαιτίας της καταστροφής των ειδικών κυττάρων που την παράγουν λόγω ανοσολογικού μηχανισμού. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η διάγνωση γίνεται πριν την ηλικία των 30 ετών, ωστόσο μπορεί να εμφανιστεί και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Σε αυτήν την περίπτωση ο ασθενής είναι απαραίτητο να κάνει ινσουλίνη για να επιβιώσει. Η γενετική προδιάθεση αφενός και η επίδραση ορισμένων περιβαλλοντικών παραγόντων (π.χ. ιώσεις) αφετέρου μπορεί να προκαλέσουν ΣΔ τύπου 1. Ωστόσο δεν είναι εντελώς ξεκάθαρος ο αιτιολογικός ρόλος των παραγόντων αυτών.
  • Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2: Είναι πιο συχνός στους ενήλικες και για αυτό παλαιότερα ονομαζόταν «σακχαρώδης διαβήτης των ενηλίκων». Τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται και σε νεότερες ηλικίες ακόμα και σε παιδιά. Οφείλεται σε μειονεκτική δράση της ινσουλίνης και σε αδυναμία του παγκρέατος να παραγάγει την απαιτούμενη ποσότητα ινσουλίνης για να διατηρηθεί το σάκχαρο σε φυσιολογικά επίπεδα. Προδιαθεσικοί παράγοντες είναι ο ισχυρός παράγων της κληρονομικότητας χωρίς ωστόσο να σημαίνει απαραίτητα ότι τα παιδιά γονέων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 θα νοσήσουν από αυτήν την πάθηση. Οι πιθανότητες αυξάνουν κατά πολύ όταν και οι δύο γονείς πάσχουν, όταν υπάρχει καθιστική ζωή και έλλειψη σωματικής άσκησης, παχυσαρκία, κακή διατροφή πλούσια σε κορεσμένα λίπη και απλά σάκχαρα καθώς και φτωχή σε φρούτα και λαχανικά. Η διαρκής προσήλωση σε συνήθειες υγιεινής διατροφής και τακτικής σωματικής άσκησης σε συνεργασία με τον κατάλληλο συνδυασμό φαρμακευτικής αγωγής (χάπια ή/και ινσουλίνη) θα επιτύχουν την όσο το δυνατόν καλύτερη ρύθμιση.

Άλλοι τύποι διαβήτη είναι:

  • Ο διαβήτης κύησης. Εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, κυρίως ως αποτέλεσμα των ορμονικών μεταβολών, ενώ πρόσθετοι επιβαρυντικοί παράγοντες είναι η κληρονομικότητα, η προϋπάρχουσα παχυσαρκία και η μεγάλη αύξηση του σωματικού βάρους κατά την εγκυμοσύνη.
  • Ο διαβήτης ως συνέπεια παθήσεων του παγκρέατος και ορισμένων ενδοκρινολογικών παθήσεων (π.χ. ο υπερθυρεοειδισμός, Cushing, Μεγαλακρία).
  • Μετά από λήψη ορισμένων φαρμάκων (π.χ. κορτιζόνη, διουρητικά, ψυχοφάρμακα) σε άτομα με προδιάθεση για διαβήτη.
  • Άλλες σπάνιες μορφές διαβήτη που οφείλονται σε κληρονομικά νοσήματα και γονιδιακές διαταραχές.

Τι είναι προδιαβήτης

Πρόκειται για μεταβατικό-ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ της φυσιολογικής κατάστασης και του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον κυρίως για δυο λόγους. Πρώτον διότι χωρίς παρέμβαση, δηλαδή απώλεια βάρους, σωστή διατροφή και σωματική άσκηση είναι δυνατόν να εξελιχτεί σε σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (κίνδυνος έως 50% σε 5 έτη), ενώ αντίθετα η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής είναι δυνατόν να αναστρέψει την πορεία προς τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Δεύτερον διότι σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.

Ποιά είναι τα συμπτώματα του ΣΔ

Τα κλασικά συμπτώματα είναι η έντονη δίψα, η πολυουρία και η έντονη πείνα που οδηγεί σε πολυφαγία χωρίς απαραίτητα να αυξάνεται και το σωματικό βάρος. Η πολυουρία και η δίψα οφείλονται στο γεγονός ότι, όταν το σάκχαρο ξεπεράσει κάποια όρια, οι νεφροί δεν μπορούν πλέον να το συγκρατήσουν και αποβάλλεται στα ούρα συμπαρασύροντας και νερό. Άλλα συμπτώματα του σακχαρώδη διαβήτη είναι η ανεξήγητη αδυναμία και καταβολή, η θόλωση της όρασης καθώς και αυξημένη συχνότητα εμφάνισης ουρολοιμώξεων και μυκητιάσεων. Ειδικά ο ΣΔ τύπου 2 μπορεί να εμφανίζεται χωρίς ή με πολύ ήπια συμπτώματα ακόμα και εάν το σάκχαρο είναι υψηλό. Στην περίπτωση αυτή η διάγνωση γίνεται είτε τυχαία σε κάποια μέτρηση σακχάρου, είτε με τη διάγνωση κάποιων από τις χρόνιες επιπλοκές του (π.χ. μετά από μια οφθαλμολογική εξέταση ή κάποιο καρδιαγγειακό επεισόδιο). Αντίθετα στον ΣΔ τύπου 1 τα συμπτώματα είναι πιο έντονα και εμφανίζονται εξελίσσονται γρηγορότερα οδηγώντας σε ταχύτερη διάγνωση της νόσου.

Ποιά άτομα πρέπει να κάνουν έλεγχο για σακχαρώδη διαβήτη (screening)

Κριτήρια αποτελούν:

  • Ηλικία ≥45 έτη
  • Άτομα με παχυσαρκία ανεξαρτήτως ηλικίας
  • Οικογενειακό ιστορικό διαβήτη τύπου 1 ή 2 σε γονείς, αδέλφια, παιδιά
  • Ιστορικό υπέρτασης ή καρδιοαγγειακής νόσου
  • Ιστορικό διαβήτη κύησης ή/και γέννηση παιδιών με σωματικό βάρος >4 kg
  • Γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
  • Λήψη φαρμάκων που προδιαθέτουν σε αύξηση της γλυκόζης αίματος

Θεραπεία στον ΣΔ

Α) αντιδιαβητικά φάρμακα

Τις περισσότερες φορές με τη διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη χρειάζεται να χορηγηθούν αντιδιαβητικά φάρμακα μαζί με τη σωστή διατροφή και την άσκηση. Το είδος και τη δοσολογία των φαρμάκων θα τα καθορίσει ο θεράπων γιατρός. Τα φάρμακα αυτά είναι χρήσιμα, μόνον όταν ο οργανισμός εξακολουθεί να παράγει ινσουλίνη. Δεν χορηγούνται στην εγκυμοσύνη. Τα αντιδιαβητικά φάρμακα διακρίνονται σε διάφορες κατηγορίες που ταξινομούνται σε ομάδες σύμφωνα με τον τρόπο δράσης τους. Έτσι έχουμε φάρμακα που:

  • Αυξάνουν την έκκριση της ινσουλίνης,
  • Ελαττώνουν την αντίσταση των ιστών στην ινσουλίνη,
  • Ελαττώνουν την απορρόφηση των υδατανθράκων από το έντερο,
  • αυξάνουν τη αποβολή του σακχάρου από τα ούρα.

Κανένας τύπος αντιδιαβητικών φαρμάκων δεν μπορεί να ρυθμίσει άριστα τον διαβήτη αν δεν συνδυαστεί με πιστή τήρηση των οδηγιών σωστής διατροφής και άσκησης.

Β) ινσουλίνη

Η ινσουλινοθεραπεία χρειάζεται στις παρακάτω περιπτώσεις:

  • Σε άτομα με ΣΔ τύπου 1
  • Σε άτομα με ΣΔ τύπου 2 που δεν ρυθμίζονται ικανοποιητικά με άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα ή υπάρχει αντένδειξη για τη χορήγησή τους ή στην έναρξη του διαβήτη όταν υπάρχει σημαντική απορρύθμιση για να επιτύχουμε γρηγορότερη και πιο αποτελεσματική ρύθμιση του σακχάρου
  • Σε περιπτώσεις εγκυμοσύνης.

Χορήγηση ινσουλίνης και είδη

Καλό είναι να ξέρεις μερικά βασικά πράγματα για την ορμόνη αυτή. Η ινσουλίνη χορηγείται με υποδόρια ένεση ή σε συνεχή υποδόρια έγχυση με το σύστημα αντλίας (ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1) ή ενδοφλέβια (σε ασθενείς με ΣΔ τύπου 1 ή 2 κατά την διάρκεια οξείας απορρύθμισης στα πλαίσια νοσηλείας) . Δεν μπορείς να την πάρεις από το στόμα, γιατί καταστρέφεται από τα υγρά του στομάχου. Ανάλογα με τη δομή τους οι ινσουλίνες διακρίνονται σε ανθρώπινου τύπου (σήμερα χρησιμοποιούνται σπάνια) και σε ανάλογα ινσουλίνης, που δημιουργήθηκαν με τροποποίηση του μορίου της ανθρώπινης ινσουλίνης. Ανάλογα με τη δράση τους οι ινσουλίνες διακρίνονται σε ταχείας δράσης σε μακράς δράσης, ενώ κυκλοφορούν και τα μείγματα ινσουλίνης.

Παρακολούθηση ατόμων με ΣΔ

Αυτοέλεγχος σακχάρου

Αυτοέλεγχος του διαβήτη ή αυτομέτρηση είναι η εξέταση του σακχάρου του αίματος από το ίδιο το άτομο με διαβήτη με μικρές, εύχρηστες και αξιόπιστες ηλεκτρονικές συσκευές που ονομάζονται σακχαρόμετρα. Ο αυτοέλεγχος εκτός από τη μέτρηση περιλαμβάνει την καταγραφή των μετρήσεων στο ειδικό ημερολόγιο και τον σχολιασμό των πιθανών παραγόντων που ευθύνονται για τις ακραίες τιμές, είτε υπογλυκαιμίες είτε υπεργλυκαιμίες. Ολοκληρώνεται με την επίδειξη του ημερολογίου αυτοελέγχου στην επόμενη συνάντηση με τον γιατρό και την ανάλογη προσαρμογή της θεραπείας, της διατροφής, της άσκησης και της συνολικής διαβίωσης. Η συχνότητα των μετρήσεων εξαρτάται από το είδος και τους στόχους της θεραπείας.

Έλεγχος κετονών (οξόνης) αίματος

Χρειάζεται σε ΣΔ τύπου 1 σε οξείες καταστάσεις απορρύθμισης, όπως είναι ο πυρετός, ο τραυματισμός, οι λοιμώξεις, η κύηση ή όταν το σάκχαρο αίματος είναι πάνω από 250 mg/dl. Επιβάλλεται σε συμπτώματα κετοξέωσης όπως είναι η ναυτία, οι έμετοι, οι κοιλιακοί πόνοι, η δίψα, η αφυδάτωση, η ζάλη, η θολή όραση, ο πονοκέφαλος. Η παρουσία αυξημένης οξόνης σε συνδυασμό με αυξημένα επίπεδα σακχάρου είναι κατεπείγουσα κατάσταση και χρειάζεται άμεση επικοινωνία με τον γιατρό ή και νοσηλεία.

Εργαστηριακός έλεγχος

Προϋπόθεση για την άριστη αντιμετώπιση του διαβητικού ασθενούς είναι η τακτική παρακολούθηση του με τους απαραίτητους κλινικούς και εργαστηριακούς ελέγχους

  • Μέτρηση γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1C). Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη HbA1C δείχνει τη μέση ρύθμιση του διαβήτη του τελευταίου διμήνου-τριμήνου. Η HbA1C και ο αυτοέλεγχος διαφέρουν και αλληλοσυμπληρώνονται σαν ιδανικό ζευγάρι.
  • Έλεγχος βιοχημικών – ορμονολογικών παραμέτρων στο αίμα και στα ούρα (γεν. αίματος, λιπίδια, ηπατική-νεφρική λειτουργία, ηλεκτρολύτες, γεν.ούρων, μικρολευκωματίνη ούρων, θυρεοειδική λειτουργια, οστικός μεταβολισμός κτλ).
  • Παρακολούθηση συνοδών νοσημάτων και τυχόν χρόνιων επιπλοκών (μέτρηση αρτηριακής πίεσης, περιοδική καρδιολογική εκτίμηση, οφθαλμολογική εξέταση με βυθοσκόπηση, έλεγχος διαβητικής νευροπάθειας, εντοπισμός και αντιμετώπιση παραγόντων κινδύνου για σύνδρομο διαβητικού ποδιού κτλ)

Σύνοψη

Συνοπτικά ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια πάθηση που μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και αυτό εξαρτάται από δύο συντελεστές: α) Τον γιατρό που ευθύνεται για τον θεραπευτικό σχεδιασμό. β) Το άτομο με διαβήτη που ευθύνεται για την εφαρμογή του σχεδίου. Η συνεργασία γιατρού και ατόμου με διαβήτη είναι μία πολύτιμη θεραπευτική συμμαχία εναντίον του διαβήτη. Η ευθύνη και η συμμετοχή στις αποφάσεις είναι κοινή και ισότιμη. Οι προσωπικές ανάγκες και προτιμήσεις του ασθενούς είναι σεβαστές και σημαντικές στη λήψη αποφάσεων. Η φροντίδα της υγείας του ατόμου με διαβήτη δεν είναι μόνο κοινωνική αλλά και ατομική υποχρέωση που προϋποθέτει κατάλληλη εκπαίδευση. Με την εκπαίδευση το άτομο με διαβήτη σταδιακά αναπτύσσει την ικανότητα να συμμετέχει συνειδητά στη φροντίδα της υγείας του, να είναι ευέλικτο, να κάνει σωστές επιλογές και να παίρνει συνετές αποφάσεις.

Διαβάστε επίσης

MediSign - Πρόγραμμα Ιατρείου - myDATA ready!

Πρόγραμμα Ιατρείου, ραντεβού, ηλεκτρονική τιμολόγηση, αποστολή στο myDATA με ένα click!

Αφήστε μια απάντηση